Τον Απρίλιο του 2010 ιδρύσαμε το Σωματείο Βάσης Εργαζομένων στις ΜΚΟ, στο πλέον δυσμενές πολιτικό τοπίο, σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός αυτοτελούς, οργανωμένου και ισχυρού συλλογικού υποκειμένου των εργαζομένων στον κλάδο. Για να το πούμε απλά, για να δώσουμε φωνή στους εκατοντάδες εργαζομένους και εργαζόμενες ενός κλάδου που αποτελεί προνομιακό πεδίο καταστρατήγησης των εργασιακών δικαιωμάτων, μέσω της επίκλησης σκοπών άξιων υποστήριξης από την κοινωνία και για την ανακούφιση αυτής.
Τα τελευταία πέντε χρόνια πολύς δρόμος διανύθηκε.Το σημαντικότερο για εμάς είναι ότι διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για την ανάδειξη της εργασιακής συνείδησης σε έναν κλάδο όπου οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες αντιμετωπίζονταν σαν εθελοντές ή συνεργάτες, ενώ κάθε εργατική διεκδίκηση θεωρούταν αδιανόητη.
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσαμε από την πρώτη στιγμή ήταν η στοχοποίηση των μελών μας, αλλά και όλων των εργαζομένων που διεκδίκησαν το σεβασμό των ελάχιστων εργασιακών τους δικαιωμάτων, από τις διοικήσεις των ΜΚΟ, από τους προνομιούχους εκφραστές της «ανεξάρτητης κοινωνίας των πολιτών». Συγκεκριμένα, οι διοικήσεις των ΜΚΟ –η εργοδοσία, δηλαδή- επιδόθηκαν σε ένα «κυνήγι μαγισσών», αναζητώντας τα μέλη του σωματείου μας, απειλώντας με «εξοστρακισμό» όχι μόνο από την εκάστοτε οργάνωση, αλλά και από τον κλάδο, όλων των εργαζομένων που θα ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση.
Για να γίνει σαφές, οι ίδιες οργανώσεις που λαμβάνουν εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο για την προστασία και συνδρομή προσφύγων (δηλαδή ανθρώπων που διώκονται για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις) και για να δώσουν βήμα έκφρασης σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, απαγορεύουν στους ίδιους τους εργαζομένους και τις εργαζόμενές τους την ανάπτυξη οποιασδήποτε πολιτικής ή συνδικαλιστικής δράσης. Για εμάς ο «κλεφτοπόλεμος» τελείωσε. Ας μιλήσουμε, λοιπόν, με στοιχεία…
Τον Ιούνιο του 2013 η ΜΚΟ ΜΕΤΑδραση απολύει εκδικητικά μέλος του ΔΣ μας. Επειδή η εργαζόμενη διεκδίκησε ασφάλιση και έγκαιρη καταβολή μισθοδοσίας για την ίδια και τους συναδέλφους της. Η συνάδελφος προβαίνει σε αγωγή και δημοσιοποίηση των συνθηκών εργασίας στη ΜΚΟ. Η διοίκηση διαρρηγνύει τα ιμάτιά της ισχυριζόμενη πως αγνοούσε τη συνδικαλιστική ιδιότητα της συναδέλφου και πως οι λόγοι απόλυσής της αφορούσαν στην «αποδοτικότητά» της. Αποδίδει δε την αντιδικία στην «εκδικητικότητα» του μέλους μας. Αναιρείται ωστόσο ακόμα και από τους μάρτυρές που η ίδια παρουσιάζει, οι οποίοι δηλώνουν ότι ήταν ενήμεροι από την εργοδοσία για τη συνδικαλιστική και εν γένει πολιτική δράση της συναδέλφου, η οποία μάλιστα τόλμησε να «μοιράσει και επιστολή διαμαρτυρίας προς τους άλλους διερμηνείς»! Μπορεί η συνάδελφος να δικαιώθηκε πρωτοδίκως, αλλά η εργοδοσία δεν πτοείται. Ακόμη και σήμερα, εργαζόμενοί της μετρούν 5 και πλέον μήνες απλήρωτοι, ενώ στα σεμινάριά κατάρτισης διερμηνέων που πραγματοποιεί η ΜΚΟ εφαρμόζεται και καταστολή φρονημάτων. Η εργοδοσία, με χρηματοδότηση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, «προτρέπει» πρόσφυγες διερμηνείς να απέχουν από κάθε πολιτική και συνδικαλιστική δράση, με επίφαση την «αμεροληψία» που πρέπει να επιδεικνύουν κατά την εκτέλεση της εργασίας τους. «Συμπτωματικά» έτσι αδυνατούν να διεκδικήσουν βελτίωση των όρων εργασίας τους, ενώ εργάζονται συχνά αποκλειστικά και επί μήνες απλήρωτοι για τη ΜΚΟ.
Το Σεπτέμβριο του 2014 απευθύνεται στο ΣΒΕΜΚΟ πρώην εργαζόμενη της ΜΚΟ ΕΚΠΟΣΠΟ ΝΟΣΤΟΣ. Καταγγέλλει ότι εξωθήθηκε σε παραίτηση λόγω των απαράδεκτων συνθηκών εργασίας της, καθώς και λόγω της μη υλοποίησης έργου το οποίο είχε ανατεθεί στη ΜΚΟ προς ανακούφιση απόρων και ανέργων. Το ΣΒΕΜΚΟ και η Ελευθεριακή Συνδικαλιστική Ένωση Αθήνας στηρίζουν τις διεκδικήσεις της συναδέλφου, η οποία τελικά καταθέτει αγωγή κατά της εργοδοσίας της ΜΚΟ. Λίγο αργότερα ο νόμιμος εκπρόσωπος της ΜΚΟ καταθέτει με τη σειρά του αγωγή με την οποία ζητά από τη συνάδελφο 25.000 ευρώ ως αποζημίωση για συκοφαντική δυσφήμηση, 1000 ευρώ κάθε φορά που η εργαζόμενη θα επαναλαμβάνει τις καταγγελίες της περί μη υλοποίησης του έργου, καθώς και έγγραφη ανάκληση αυτών (ανεξαρτήτως του αν η ίδια η ΜΚΟ το παραδέχεται εμμέσως πλην σαφώς σε απαντητικές ανακοινώσεις της). Παρόλα αυτά, η απόπειρα παρουσίασης της εργοδοτικής αυθαιρεσίας ως υπόθεσης προσωπικής αντεκδίκησης αποτυγχάνει και ο νόμιμος εκπρόσωπος αποσύρει την αγωγή του, ενώ κατατίθεται νέα, από τη ΜΚΟ αυτή τη φορά κατά της εν γνώσει τους εγκύου πλέον συναδέλφου.
Και ακόμα δεν είχαμε δει τίποτα. Το Μάρτιο του 2015 ενημερωνόμαστε για την υπόθεση των εργαζομένων στη ΜΚΟ «Ασπίδα του Δαυίδ» και ερχόμαστε σε επαφή με τους εκεί εργαζόμενους. Οι συνάδελφοι καταγγέλλουν στο ΣΒΕΜΚΟ μη καταβολή δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, άκυρες απολύσεις, καθώς και την εν γένει λειτουργία της ΜΚΟ κατά παράβαση κάθε έννοιας ασφαλιστικής και εργατικής νομοθεσίας, καθώς και δεοντολογίας. Παρεμβαίνουμε αρχικά υπέρ των εργαζομένων ενώπιον του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας και περνάμε το καλοκαίρι ανταλλάσσοντας εξώδικα με τη διοίκηση, η οποία απειλεί με αγωγές και μηνύσεις μεμονωμένο εργαζόμενο. Πρόσφατα ο συνάδελφος παρέλαβε την προσωπική του αγωγή από τη νόμιμη εκπρόσωπο της ΜΚΟ, η οποία διεκδικεί αποζημίωση 30.000 ευρώ για συκοφαντική δυσφήμηση (είναι της μόδας…).
Η στοχοποίηση και τρομοκράτηση συναδέλφων, ωστόσο, δεν περιορίζεται σε ένδικες διαφορές. Το Μάρτιο του 2015, ενημερώνουμε τη διοίκηση της ΜΚΟ Praksis ότι μέλη του ΣΒΕΜΚΟ θα πραγματοποιήσουν ενημερωτικές συναντήσεις με τους εργαζόμενους. Παρά την αρχική εκδήλωση «φιλικών διαθέσεων» από την εργοδοσία, ο οικονομικός διευθυντής της οργάνωσης προσχωρεί σε συνάντηση, που αφορούσε μόνο τους εργαζομένους και όχι διευθυντικά στελέχη, αρνούμενος εντόνως να αποχωρήσει. Στη συνέχεια, έσπευσε να επικοινωνήσει με τους εργοδότες των εκπροσώπων του ΣΒΕΜΚΟ και να τους ενημερώσει για το «ποιόν» μας, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τη συνδικαλιστική μας ιδιότητα και ζητώντας πληροφορίες για τη δράση μας. Ναι, μια ΜΚΟ που διατείνεται ότι αναλαμβάνει δράσεις για «άσκηση πίεσης και διεκδίκηση δικαιωμάτων», επιδίδεται σε καταγγελία συνδικαλιστών επειδή ενημέρωσαν τους εργαζομένους και τις εργαζόμενές της για τα εργασιακά τους δικαιώματα!
Συνοψίζοντας, παρά τις προσπάθειες των διοικήσεων των παραπάνω ΜΚΟ να παρουσιάσουν τις διεκδικήσεις των εργαζομένων σαν υποθέσεις προσωπικής αντεκδίκησης, το ζήτημα είναι ξεκάθαρα και απόλυτα πολιτικό και ταξικό. Οι σχέσεις εξουσίας αναπαράγονται και στο εσωτερικό των «μη κερδοσκοπικών» οργανώσεων, ενώ η κάθετη ιεραρχία καλά κρατεί.
Μπορεί η εκάστοτε εργοδοσία των ΜΚΟ να θεωρεί πως προβάλλοντας στο πρόσωπο μεμονωμένων εργαζομένων τη μανία της για καταστολή κάθε εργατικής διεκδίκησης δύναται να τους εξαντλήσει οικονομικά και ψυχολογικά, αλλά δεν υπολογίζει πως πίσω από κάθε εργαζόμενο και εργαζόμενη θα μας βρίσκει όλους και όλες απέναντί της. Γιατί οι αγώνες των συναδέλφων δεν είναι προσωπικοί, αλλά ταξικοί, και γι’ αυτό είναι καθαρά συλλογικοί.
Με άλλα λόγια, οι συνάδελφοι που αποφάσισαν να σταθούν απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία, δεν είναι κάποια ιδιαίτερη κάστα παράφρονων κι εκδικητικών ανθρώπων ή αντίστοιχα προνομιούχων εργαζομένων με υπερδυνάμεις. Είναι οι συνάδελφοί μας που δεν δέχτηκαν την απαξίωση της δουλειάς και της αξιοπρέπειάς τους και διακινδύνευσαν τη θέση εργασίας τους διεκδικώντας το σεβασμό των εργασιακών δικαιωμάτων όλων μας. Η κάθε νίκη, όπως και η κάθε ήττα τους, είναι υπόθεση που αφορά όλους και όλες μας και ο αγώνας τους είναι κοινός.
Έννοιες όπως αξιοπρέπεια, πολιτικές ελευθερίες και αλληλεγγύη δεν είναι «πιασάρικα» σλόγκαν που μπορούν να καπηλεύονται οι διοικήσεις των ΜΚΟ για αφίσες, διαφημιστικά φυλλάδια και καμπάνιες ανεύρεσης εθελοντών, αλλά κεκτημένα των δικών μας αγώνων, των διεκδικήσεων που οι εργοδοσίες επιχειρούν να φιμώσουν.
Ο «κλεφτοπόλεμος» τελείωσε. Ας μιλήσουμε κι εμείς με πράξεις… Κάθε απόπειρα τρομοκράτησης συναδέλφου θα καταγγέλλεται άμεσα και δημόσια. Δεν θα κοιτάνε πια οι εργαζόμενοι πάνω από τον ώμο τους. Καιρός οι εργοδοσίες των ΜΚΟ να διατρέχουν με το βλέμμα τα πάνελ και το κοινό των ημερίδων «ευαισθητοποίησης», αναζητώντας αυτόν ή αυτή που θα αποκαλύψει δημόσια το πραγματικό τους πρόσωπο.
Είμαστε εργαζόμενοι, ούτε συνεργάτες ούτε εθελοντές!