Το Σωματείο Βάσης Εργαζομένων σε ΜΚΟ αποτελεί το πανελλαδικό συνδικαλιστικό όργανο των εργαζομένων σε όλες τις ΜΚΟ, ανεξάρτητα από την ειδικότητά τους. Όργανο λήψης αποφάσεων του είναι η ανοιχτή, εβδομαδιαία συνέλευση, που στηρίζεται και τροφοδοτείται από την ισότιμη, αδιαμεσολάβητη και ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων. Η συνέλευση είναι ανοιχτή σε όλους τους εργαζόμενους που δεν έχουν διευθυντικές θέσεις, ρόλους που επηρεάζουν το καθεστώς και τους όρους εργασίας ή έχουν εξουσία απέναντι σε άλλες συναδέλφισσες.
Μέσα από το συντονισμό κλαδικών, πρωτοβάθμιων σωματείων και σωματείων βάσης και σε συνέχεια της απεργίας της 1ης Νοέμβρη 2018, οργανώθηκε για την Πέμπτη 19 Μάρτη 2020 μια νέα απεργία από τα κάτω. Ωστόσο, λόγω της κατάστασης που διαμορφώθηκε στους χώρους δουλειάς και συνολικά στην κοινωνία λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, και με γνώμονα την προστασία της υγείας όλων μας, επιλέξαμε, μαζί με τα υπόλοιπα σωματεία, να προχωρήσουμε στην αναβολή της κίνησής μας αυτής. Παρόλα αυτά, κόντρα στην απαγόρευση της κυκλοφορίας και των συναθροίσεων, που προσπάθησε να πλήξει μεταξύ άλλων την συνδικαλιστική δράση δεν σταματήσαμε να διεκδικούμε τα δικαιώματα μας. Στο πλαίσιο της συλλογικοποίησης των αναγκών και των προβλημάτων μας, της αυτοοργάνωσης, της αλληλεγγύης και μακριά από τη λογική της ανάθεσης και την αυθεντία των ειδικών, σήμερα καλούμε σε εργατική διαδήλωση την Τρίτη 23 Ιουνίου.
Συλλογικοποιούμαστε απέναντι σε ζητήματα κοινά για όλους τους εργαζόμενους και επιπλέον έχουμε να αντιμετωπίσουμε και προβλήματα που προκύπτουν από το ιδιότυπο καθεστώς της εργασίας σε ΜΚΟ, αποτελώντας κατεξοχήν “πειραματόζωα” για κάθε είδους εντατικοποιημένη και ελαστική εργασία. Χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τον άλλοτε ανθρωπιστικό, άλλοτε περιβαλλοντικό, άλλοτε κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας, οι εργοδότες μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν είμαστε εργαζόμενοι με δικαιώματα, αλλά κάποιου είδους συνεργάτες, “έμμισθοι εθελοντές”, “μέλη” των οργανισμών στους οποίους εργαζόμαστε, επενδύοντας στην υπερεκμετάλλευσή μας και παραβιάζοντας κάθε εργατική νομοθεσία.
Η εργασία στις ΜΚΟ ανέκαθεν παρουσιαζόταν σαν μία προσωρινή κατάσταση, οι υπηρεσίες παρέχονται με –διαρκώς μετακυλιόμενη– ημερομηνία λήξης και οι εργαζόμενες βρίσκονται σε ένα καθεστώς επισφάλειας και αβεβαιότητας με ολιγόμηνες, επαναλαμβανόμενες συμβάσεις, ομαδικές απολύσεις, βλαπτικές μεταβολές συμβάσεων και μη αναγνώριση του πραγματικού καθεστώτος εργασίας τους. Η συνθήκη δε της “έκτακτης ανάγκης”, η οποία μας επιβλήθηκε λόγω της πανδημίας, αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος στους εργοδότες μας για νέες αυθαιρεσίες εις βάρος μας. Η εφαρμογή “ευέλικτων προγραμμάτων εργασίας”, ειδικά μέσω της τηλε-εργασίας, με επέκταση ή τροποποίηση ωραρίων, καταργώντας το όριο μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η μη εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων προστασίας (προσωπικό ασφαλείας ώστε να μην υπάρχουν πολλά άτομα στον ίδιο χώρο, παροχή μασκών, γαντιών και αντισηπτικών), οι λεγόμενες “άδειες ειδικού σκοπού”, η μονομερής χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών και ο εξαναγκασμός σε χρήση της κανονικής άδειας, η αποποίηση της ευθύνης εργοδοτών που αρνήθηκαν να παρέχουν βεβαιώσεις μετακίνησης στις εργαζομένες τους παρουσιάζοντάς τες ως ελεύθερους επαγγελματίες, είναι μερικά μόνο παραδείγματα καταστρατήγησης των εργασιακών μας δικαιωμάτων.
Παράλληλα, η κρατική υποκρισία πήρε σάρκα και οστά μέσα στις φυλακές, στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης και στα “ανοιχτά” camps της ηπειρωτικής Ελλάδας που μετατράπηκαν και αυτά σε κλειστά στρατόπεδα συγκέντρωσης για τον προσφυγικό πληθυσμό ο οποίος συνεχίζει να στερείται οποιασδήποτε ιατρικής φροντίδας, συχνά χωρίς πρόσβαση ακόμα και σε σαπούνι και νερό. Κρατούμενες, πρόσφυγες, άστεγες και τοξικοεξαρτημένοι αντιμετωπίστηκαν για ακόμα μία φορά σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας σε ό,τι αφορά την μέριμνα για την προστασία τους.
Δεν ξεχνάμε πως, και πριν την έναρξη της πανδημίας, οι συνθήκες διαβίωσης για πρόσφυγες, μετανάστριες και αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα ήταν ήδη δραματικές, ενώ η αντιμεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης, συνέχισε να κλιμακώνεται με την αναστολή του δικαιώματος στην αίτηση ασύλου, σχέδια για δημιουργία και νέων κλειστών στρατοπέδων συγκέντρωσης, αποκλεισμό από κάθε μορφή παροχής υπηρεσιών για τις χιλιάδες εγκλωβισμένων αιτούντων άσυλο, απελάσεις και πραγματικά δολοφονικά πυρά στα σύνορα, χερσαία και θαλάσσια. Παράλληλα με το κλείσιμο των συνόρων, την επίθεση στην ελεύθερη μετακίνηση και την αυτοδιάθεση και τη βάρβαρη καταστολή προσφυγισσών και μεταναστών, φασιστικά τάγματα εφόδου πραγματοποίησαν ρατσιστικές και βίαιες επιθέσεις στα νησιά και στον Έβρο, στοχοποιώντας πρόσφυγες, μετανάστριες, δημοσιογράφους, εργαζόμενες σε ΜΚΟ και αλληλέγγυους.
Σε πνεύμα σύμπνοιας με τον ξενοφοβικό και ρατσιστικό λόγο που αρθρώνεται ολοένα και πιο δυνατά αλλά και τη στοχοποίηση της εργασίας (και των εργαζόμενων) σε ΜΚΟ, το Υπουργείο Μετανάστευσης αναλαμβάνει να φτιάξει ένα κανονιστικό πλαίσιο για τις ΜΚΟ.
Με το νέο πλαίσιο, εισάγεται η ιδέα μιας ειδικής ταυτότητας για τις εργαζόμενες σε δομές του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, αφού εγγραφούν σε μητρώο «μελών ΜΚΟ». Για την έγκριση της ταυτότητας αυτής πρέπει οι εργοδότες μας να καταθέσουν στο Υπουργείο σειρά προσωπικών εγγράφων των εργαζομένων, μεταξύ των οποίων και το ποινικό μας μητρώο, «λευκό», χωρίς καμία τελεσίδικη καταδίκη για οποιοδήποτε αδίκημα, εκτός παραβίασης του ΚΟΚ.
Είναι προφανές πως ένα μητρώο μελών ΜΚΟ δεν έχει πρακτικό λόγο ύπαρξης, καθώς όλες οι απαραίτητες για το κράτος πληροφορίες, όλα τα στοιχεία μας, βρίσκονται ήδη στην ΕΡΓΑΝΗ. Η δημιουργία αυτού του νέου μητρώου συμβολικά συντελεί στο να παρουσιαζόμαστε ως ένα είδος εργαζομένων προς επιτήρηση, δυνητικά επικινδύνων και παραβατικών. Ο αυταρχικός και τιμωρητικός χαρακτήρας του νέου νόμου πρόκειται να κάνει την θέση μας ακόμη πιο επισφαλή, μέσω πιθανών απολύσεων ή άλλων βλαπτικών εργασιακών μεταβολών, για όσες δεν μπορούν να προσκομίσουν τα απαραίτητα έγγραφα, έχουν «λερωμένο» ποινικό μητρώο και δεν θεωρούνται εύνομοι και πειθήνιοι πολίτες.
Αυτή η πρακτική, ουσιαστικά, δεν αποτελεί τίποτα άλλο από την εισαγωγή «από το παράθυρο» ενός ιδιότυπου πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων, με δεδομένα καταστροφικές συνέπειές για όλους και όλες τους αποφυλακισμένους/ες, απεξαρτημένους/ες και άλλες κοινωνικά ευάλωτες ομάδες που κάποια στιγμή στο παρελθόν είχαν αναγκαστεί να καταφύγουν στη μικρό-παραβατικότητα, ενώ αποκλείει και όλους τους πρόσφυγες και μετανάστες/τριες (π.χ. διερμηνείς) που μπορεί να είχαν καταδικαστεί κάποια στιγμή έστω και για παράνομη είσοδο στην χώρα!
Απέναντι σε αυτά, ως ΣΒΕΜΚΟ αναλαμβάνουμε τον ρόλο μας σαν κομμάτι του κόσμου που αγωνίζεται. Διεκδικούμε σταθερές και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας σε πρόσφυγες/μετανάστριες και διεκδικούμε ελεύθερη μετακίνηση και χαρτιά για όλους/ες. Δεν ανεχόμαστε καμία φασιστική επίθεση εναντίον συναδέλφων και συναδελφισσών. Στεκόμαστε αλληλέγγυα στο πλευρό κάθε συναδέλφου που στοχοποιείται λόγω της εργασίας του αλλά και όσων θα απειληθούν με απολύσεις γιατί δεν ταιριάζουν στις προδιαγραφές της «ειδικής ταυτότητας». Παλεύουμε για κοινούς αγώνες ντόπιων, εργαζομένων και μεταναστριών για ζωή και αξιοπρέπεια, ενάντια στον εκφασισμό της κοινωνίας.
Συμμετέχουμε στην εργατική διαδήλωση στις 23 Ιούνη
Καλούμε σε κεντρική συγκέντρωση-διαδήλωση στην Αθήνα :: Χαυτεία, 7 μ.μ.
Καμία εργαζόμενη-Κανένας μετανάστης μόνη/μόνος του
Αυτοοργάνωση – Αλληλεγγύη – Αντίσταση